10/6/10

Αλλος κόσμος στο σχολείο, άλλος έξω απ' αυτόν

μαρτυρίεςαπό την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 05/12/2008

ΑΝΤΥ ΧΟΝΤΑΣ, 27 χρόνων. Τελειώνει τις σπουδές του στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο και παράλληλα δουλεύει σερβιτόρος


«Αλλος κόσμος στο σχολείο, άλλος έξω απ' αυτόν»


Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΣΩΤΗΡΧΟΥ


Μερικοί δεν θέλουν να μιλήσουν. Αλλοι από απογοήτευση: «Και τι έγινε αν δώσω μια συνέντευξη παραπάνω, θα αλλάξει τίποτα;» θα σου πουν. Μπορεί να μην είναι τόσο η έλλειψη εμπιστοσύνης όσο αυτοπεποίθησης, πάντως κοινός παρονομαστής στην επιφυλακτικότητα είναι το βίωμα μιας ρατσιστικής αντιμετώπισης, μια πληγή που ακόμη δεν λέει να κλείσει.

«Είναι αλλιώς να λες ότι είσαι προλετάριος κατ' επιλογήν, να λες δεν έχω πατρίδα, έχοντας όμως διαβατήριο και τη δυνατότητα να ταξιδεύεις. Είναι αλλιώς για μας. Εμείς έχουμε ανάγκη από μια ταυτότητα. Κι εμένα που μεγάλωσα εδώ θα με πουν Αλβανή. Δεν έχω καν μια άδεια παραμονής να μπορώ να ταξιδέψω...».

Η Ε. είναι ένα από τα παιδιά που μεγάλωσαν εδώ και δυσκολεύεται να μιλήσει προς τα έξω, δεν θέλει να εκτεθεί. Εχει όμως τόσα να πει για την καθημερινή απόρριψη ως «μεταμετανάστης», όπως αυτοπροσδιορίζεται, ως παιδί μεταναστών το οποίο μεγάλωσε εδώ: «Δεν μπορείς να πεις ότι είσαι Ελληνας, όχι μόνο επειδή κουβαλάς επιπλέον ταυτότητες, αλλά επειδή δεν νιώσαμε και ποτέ πολίτες εδώ ζώντας 15 χρόνια. Οι γονείς μας χωρίς δουλειά, εμείς να μην έχουμε ποτέ στα χέρια μας μια άδεια παραμονής χωρίς ένσημα. Πώς να συγκριθούμε με τους μετανάστες μια άλλης χώρας; Αν οι γονείς μου είχαν πάει οπουδήποτε αλλού, θα 'χα υπηκοότητα όχι απλώς αδεια παραμονής. Ολα στο χέρι και μάλιστα από χρόνια...».

Μια απλή αλήθεια που μετατρέπεται σε κατηγορώ για μια κοντόφθαλμη εξουσία.

Μια εξουσία που δεν φαίνεται να αφουγκράζεται τα παιδιά της. Η «Ε» επιχειρεί από σήμερα να δώσει τον λόγο ακριβώς σε αυτά τα παιδιά, που η πολιτεία, και όχι η κοινωνία, αρνείται.


ΑΛΒΑΝΙΑ 1997

Ημουν τότε 16 χρόνων και αποφασισμένος να αλλάξω τη ζωή μου σε μια περίοδο τότε αναταραχών για τη χώρα μου και δύσκολη για την ηλικία μου, ακολουθώντας τον δρόμο πολλών συμπατριωτών μου. Αποφάσισα να πάω να ζήσω σε μια άλλη χώρα -δεν λέω να μεταναστεύσω, διότι τότε δεν ήξερα καν τι σημαίνει αυτό- όπου η ζωή θα ήταν πολύ καλύτερη και θα μου δίνονταν πολλές ευκαιρίες.

ΕΛΛΑΔΑ 1997

Ημουν πια παράνομος μετανάστης σε μια χώρα που φαινόταν πολύ καλύτερη από τη δική μου, με ανθρώπους που μιλούσαν μια ξένη και πολύ δύσκολη για μένα γλώσσα. Από τα πρώτα πράγματα που έμαθα ήταν ότι έπρεπε να αποφεύγω κάθε ένστολο στον δρόμο και ότι για να επιβιώσω έπρεπε να μην ξεχωρίζω από τους ντόπιους, πράγμα πολύ δύσκολο τότε, παρά τις προσπάθειές μου να μιμηθώ το ντύσιμό τους, την προφορά τους και το κάθε τι που νόμιζα ότι θα με βοηθούσε να ενταχθώ καλύτερα σ' αυτήν την κοινωνία. Και εκεί που νόμιζα ότι κάτι είχα καταφέρει, ερχόταν η απογοήτευση. Μόλις μιλούσα σε κάποιον η προφορά μου με πρόδιδε, το όνομά μου προκαλούσε σύγχυση και έφερνε αμέσως μετά την ερώτηση «εφιάλτη» για μένα, «από πού είσαι», στο άκουσμα της οποίας είχα αυτό το συναίσθημα που μου είναι δύσκολο να περιγράψω, γιατί είναι ένα μίγμα οργής, απογοήτευσης, δυσφορίας. Πάνω απ' όλα με εκνεύριζε το γεγονός ότι το καλύτερο που μπορούσα να περιμένω από αυτούς τους ανθρώπους ήταν να με λυπούνται!

Τα τρία πρώτα χρόνια στην Ελλάδα ήταν λίγο-πολύ απογοητευτικά: μαύρη εργασία, προκατάληψη, άρνηση από τους ντόπιους, καταδιωγμένοι από την Αστυνομία παρότι θεωρητικά νόμιμοι, καχυποψία παντού στο άκουσμα της λέξης «Αλβανός». Ντρεπόμουν για την καταγωγή μου. Τότε ήταν που αποφάσισα να αλλάξω κάτι στη ζωή μου και να συνεχίσω το σχολείο μετά από 4 χρόνια που το είχα παρατήσει, να τελειώσω τουλάχιστον τη μέση εκπαίδευση. Εκεί, στο 5ο Λύκειο Εξαρχείων, είδα μια άλλη Ελλάδα, που άρχισε να μου αρέσει. Οι καθηγητές μού φέρονταν καλά, εκτιμούσαν τις προσπάθειές μου και με βοήθησαν πολύ, όχι μόνο στα μαθήματα και στο σχολείο, αλλά και έξω από αυτό, όπου η ζωή ήταν διαφορετική. Ηταν σαν να ζούσα σε δύο κόσμους διαφορετικούς: το σχολείο και το περιβάλλον έξω από αυτό. Και μου άρεσε τόσο πολύ το σχολείο τότε, που λυπόμουν όταν ερχόταν η ώρα να φύγω και να πάω μετά για δουλειά. Οι φιλίες που έκανα, οι εκδρομές, οι περίπατοι, οι άνθρωποι που γνώριζα είχαν αρχίσει να αλλάζουν τη ζωή μου.

Και εκεί που νόμιζα ότι όλα βαίνουν καλώς, έρχεται η στιγμή της ανανέωσης της άδειας παραμονής μου στην Ελλάδα. Μετά τις ατελείωτες ουρές και τις βρισιές των σεκιουριτάδων στα γραφεία αυτά, η υπεύθυνη μου λέει ότι δεν δικαιούμαι άδεια παραμονής, γιατί τα ένσημα που έχω δεν είναι αρκετά, ώστε να πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου, ο οποίος ορίζει ένα συγκεκριμένο αριθμό ημερών ασφάλισης τον χρόνο για να μπορείς να διαμένεις νόμιμα στη χώρα. Και τι που προσπάθησα να εξηγήσω ότι τον τελευταίο χρόνο πήγαινα σχολείο και οι δουλειές που έκανα για να συντηρηθώ ήταν περιστασιακές και τις περισσότερες φορές χωρίς ασφάλιση (τότε δούλευα σαν διανομέας, οικοδομή με τον θείο μου όταν είχε δουλειά και ό,τι άλλο έβρισκα και βόλευε τα ωράριά μου). Οι βεβαιώσεις από το σχολείο που μου έδινε ο λυκειάρχης, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε αρχίσει να ενδιαφέρεται και ο ίδιος για την περίπτωσή μου, δεν σήμαιναν τίποτα στα μάτια των υπαλλήλων των γραφείων αυτών. Το θέμα είχε γίνει γνωστό σε όλους τους καθηγητές του σχολείου και πολλούς συμμαθητές, που με υποστήριζαν. Ανάμεσα σε αυτούς, μια καθηγήτρια αποφάσισε να πάει η ίδια στα γραφεία, μήπως έχει καλύτερη αντιμετώπιση. Σύμφωνα με όσα της είπαν, διαπιστώνει ότι ο νόμος δεν προβλέπει τέτοιες περιπτώσεις σαν τη δική μου. Αποφασίζουν, τότε, ερχόμενοι σε επαφή και με άλλους ανθρώπους που είχα γνωρίσει και με είχαν συμπαθήσει, να βρουν μια λύση μέσω των «κυκλωμάτων των δικηγόρων», που ασχολούνται με το -επικερδές γι' αυτούς- ζήτημα των μεταναστών. Μου σύστησαν ένα δικηγόρο, ο οποίος υποσχέθηκε να βρει λύση στο πρόβλημά μου έναντι ενός διόλου ευκαταφρόνητου ποσού, το οποίο φυσικά δεν είχα. Ετσι η καθηγήτρια αυτή, ζητώντας τη συμβολή και των υπολοίπων καθηγητών και μερικών άλλων ανθρώπων, μαζεύει και μου δίνει τα χρήματα που απαίτησε ο δικηγόρος για να λύσει το πρόβλημά μου.

Δεν γνωρίζω πώς και πού πήγαν όλα αυτά τα χρήματα. Τότε άλλωστε δεν μ' ενδιέφερε κιόλας. Σημασία είχε που είχα πάρει την άδεια παραμονής για ακόμη ένα χρόνο, χάρη στην οποία μπόρεσα να συνεχίσω να ζω νόμιμα σε αυτή τη χώρα. Κατάλαβα όμως ότι η θέση μου σε αυτή την κοινωνία δεν είχε αλλάξει σχεδόν καθόλου, απλά αντί για την άρνηση των ανθρώπων της, τώρα αντιμετώπιζα την άρνηση του κράτους. Το μόνο που εύχομαι να μου μείνει από αυτή την ιστορία είναι η αιώνια ευγνωμοσύνη γι' αυτούς τους ανθρώπους που με βοήθησαν, μου συμπαραστάθηκαν και μου έδωσαν ελπίδες για να συνεχίσω.

1/3/10

Μετανάστες κι ανθρώπινα δικαιώματα

Οι άνθρωποι μεταναστεύουν όπως και τα πουλιά! Τα πουλιά από κρύες σε πιο ζεστές χώρες για να επιβιώσουν, οι άνθρωποι από «κρύα» σε πιο «ζεστά» κλίματα για να επιβιώσουν επίσης. Κανείς δε φεύγει από την πατρίδα του ενώ μπορεί να μείνει, να δημιουργήσει, να ευτυχήσει, να ζήσει. Κάτω από αντίξοες και αδιευκρίνιστες συνθήκες Κούρδοι, Ιρακινοί, Αιγύπτιοι, Αλβανοί, Γεωργιανοί, Αιθίοπες και ό,τι άλλο φανταστείς, γίνονται μετανάστες αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον, μια καλύτερη ζωή.
Οι άνθρωποι αυτοεξορίζονται για πολλούς λόγους. Διώκονται για τις πολιτικές ή θρησκευτικές τους απόψεις. Δεν μπορούν να επιβιώσουν λόγω της απελπιστικής οικονομικής κατάστασης, λόγω σεισμών, τσουνάμι, καταστροφών. Ξενιτεύονται και αποχωρίζονται από τα σπίτια τους, τα χωριά τους, τις πόλεις τους, τους δικούς τους ανθρώπους. Βρίσκουν στην απελπισία τους «πρόθυμους» να τους βοηθήσουν και πληρώνουν αδρά πολλές φορές γι αυτό. Κάποιοι καταφέρνουν να ‘ρθουν βέβαια νόμιμα στη χώρα μας. Άλλοι αποβιβάζονται, αφού στοιβάζονται από επιτήδειους, όπου να ‘ναι. Άλλοι περνούν τα σύνορα βράδυ και περπατούν μέσα από ναρκοθετημένες περιοχές.
Τα ανθρώπινα δικαιώματα αποκτήθηκαν ύστερα από θυελλώδεις και σκληρούς αγώνες όλων των πολιτών που αισθάνθηκαν την ανάγκη να το κάνουν.
Στη χώρα μας δεχόμαστε ένα τεράστιο κύμα μεταναστών οι οποίοι είτε καταδιώκονται για τις θρησκευτικές και πολιτικές τους πεποιθήσεις, αυτοεξόριστοι για τις ιδέες τους, είτε έρχονται για να μορφωθούν, να βρουν δουλειά, άλλοτε διωγμένοι από πολέμους ή πολύ απλά για να βρουν καλύτερες συνθήκες ζωής, ελπίζοντας σ’ ένα καλύτερο μέλλον.
Στις μέρες μας πολλές διεθνείς συμβάσεις, όπως της Ε.Ε., προστατεύουν τα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Πολλές από αυτές αφορούν μετανάστες, καθώς είναι αυτοί που συνήθως αντιμετωπίζουν άδικες και παράνομες συμπεριφορές. Το σύνταγμά μας, όπως διδασκόμαστε στο μάθημα της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής, μιλά για ισότητα, δικαιοσύνη και σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Κάθε άνθρωπος, όπως μαθαίνουμε, έχει δικαίωμα να ζει κάτω από αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και να μπορεί να κοιτάζει την επόμενη μέρα χωρίς φόβο και χωρίς την αγωνία κάποιου διωγμού ή ακόμα και την απειλή του ίδιου του θανάτου. Μαθαίνουμε επίσης πως ο μετανάστης έχει το δικαίωμα εργασίας και στέγασης, όταν κινδυνεύει η σωματική του ακεραιότητα στη χώρα του και αναγκάζεται να μεταναστεύσει. Από την εποχή του Διαφωτισμού ακόμα, γνωρίζουμε πως οι άνθρωποι γεννιούνται με απαραβίαστα τα φυσικά δικαιώματα της ζωής, της ελευθερίας και της περιουσίας.
Οι νόμοι κι οι διατάξεις δεν εφαρμόζονται σχεδόν ποτέ καθώς διαβάζουμε νούμερα και στατιστικές που μιλούν για απώλειες ανθρώπινων ζωών, για πτώματα που ξεβράζονται στη θάλασσα, για ανθρώπους που πεθαίνουν από πείνα, δίψα ή ασφυξία όταν ταξιδεύουν στοιβαγμένοι σε άθλιες συνθήκες για να φτάσουν στον «παράδεισο» που ονειρεύτηκαν ή τους έταξαν. Η Διεθνής Αμνηστία και άλλες οργανώσεις διεκδικούν για τους μετανάστες, που πολύ συχνά υφίστανται διακρίσεις, δικαιώματα και προωθούν πολιτικές και νομοθετικές αλλαγές. Προσπαθούν να εξασφαλίσουν το δικαίωμα να μην εμποδιστούν να εισέλθουν σε μια χώρα και να ζητήσουν άσυλο, να έχουν πρόσβαση σε νόμιμες διαδικασίες, να μπορούν να επικοινωνήσουν με οικογένεια, φίλους, δικηγόρους, μεταφραστές και οργανισμούς που μπορούν να τους βοηθήσουν, να έχουν πρόσβαση σε θεμελιώδη οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα, όπως η εργασία, η εκπαίδευση και η κοινωνική βοήθεια.
Όσοι λοιπόν τελικά και παρ’ όλα αυτά καταφέρνουν να φτάσουν στην Ελλάδα τι αντιμετωπίζουν και πώς αντιμετωπίζονται;
Τις περισσότερες φορές πέφτουν θύματα επιτήδειων και είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν σε άθλιες συνθήκες και επί εικοσιτετραώρου βάσεως, για να βγάλουν μερικά χρήματα που επαρκούν ίσα ίσα για την επιβίωσή τους. Ζουν σε εξευτελιστικές συνθήκες και μέσα στην παρανομία. Τα ανθρώπινα δικαιώματά τους παραβιάζονται, χωρίς να μπορούν τις περισσότερες φορές ν’ αντιδράσουν, να διαμαρτυρηθούν, καθώς ξέρουν πως η μοίρα τους εξαρτάται από αυτούς που τους εκμεταλλεύονται.
Χιλιάδες μετανάστες φτάνουν παράνομα στη χώρα μας. Επιστρέφουν με τον ίδιο τρόπο που ήρθαν, σύμφωνα με ή χωρίς της απόφαση της διοικητικής απέλασης. Υπάρχουν περιπτώσεις που έχουν εγκαταλειφτεί σε βάρκες στο Αιγαίο ή έχουν αναγκαστεί να περάσουν το ποτάμι του Έβρου με κίνδυνο της ζωής τους. Κι αν μιλάμε για απέλαση, αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με νόμιμες αποφάσεις, που δεν οδηγούν σε προσβολή της αξιοπρέπειάς τους, σε τραυματισμούς ή ακόμα και στο θάνατο.
Αν παρ’ όλα αυτά καταφέρουν να μείνουν στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν προβλήματα όπως η κάλυψη των βασικών τους αναγκών (σίτιση, στέγαση κ.α.). Αναγκάζονται πολλές φορές να νοικιάσουν μικρές γκαρσονιέρες και να συγκατοικούν πολλοί μαζί, σε συνθήκες περίεργες κι ανθυγιεινές.
Από την άλλη πλευρά αρκετές φορές καταφεύγουν στην παραβατικότητα ,την γκετοποίηση ακόμα, εγκλωβισμένοι στο περιθώριο και την απόγνωση που βιώνουν.
Σήμερα υποτίθεται ότι ζούμε σε μια πολιτισμένη χώρα με μορφωμένους και συνειδητοποιημένους πολίτες. Κάποτε στην Αμερική έξω από τα μπαρ έγραφε «απαγορεύονται οι σκύλοι κι οι μαύροι». Άραγε όλων αυτών που οι παππούδες πήγαν μετανάστες στη Γερμανία ή στην Αμερική τα βρήκαν όλα ρόδινα; Ξεχνάμε πολύ εύκολα και γρήγορα ως λαός ότι βρεθήκαμε και μεις σε παρόμοια θέση και τώρα είμαστε απλά οι «ισχυροί»;
Άνθρωποι λοιπόν που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους γιατί αδυνατούσαν να τους προσφέρουν όσα χρειάζονται ήρθαν εδώ και μεις αρκετές φορές τους κοιτάμε με καχυποψία, φόβο, ειρωνεία, προκαταλήψεις, καθημερινή προσβολή, αντιπάθεια, εχθρική στάση, απαξίωση, χλευασμό, περιφρόνηση ή τελικά τους αγνοούμε. Δεν είναι λίγες βέβαια οι φορές που βρισκόμαστε κοντά τους και προσπαθούμε να τους στηρίξουμε. Κάνουν λόγο για το δικαίωμα ψήφου, για χώρους προσευχής, πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Μήπως θα πρέπει να μπούμε στη θέση τους και να αναρωτηθούμε πώς θα νιώθαμε αν εμείς ήμασταν μετανάστες;
Μήπως η αντιμετώπισή μας σε σχέση με τη διαφορά στο χρώμα, στη γλώσσα, τη θρησκεία, τα χαρακτηριστικά, υποδηλώνει την έλλειψη ανθρωπιστικής παιδείας και την κρίση αξιών που βιώνουμε;
Ακόμα και τα μεταναστευτικά είδη πουλιών προστατεύονται, με αποφάσεις που πάρθηκαν και ισχύουν, σε αντίθεση με τα δικαιώματα των ανθρώπων.
Κάθε χώρα σίγουρα πρέπει να υποδεχτεί τους μετανάστες χωρίς κοινωνικές διακρίσεις, έχοντας αναπτύξει ένα σχέδιο υποδομής που θα τους παρέχει τα κατάλληλα αγαθά για την επιβίωσή τους. Οι άνθρωποι πρέπει να ευαισθητοποιηθούν και ν’ αλλάξουν τον τρόπο σκέψης και δράσης τους.
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα που σχετίζεται με τη μετανάστευση χρειάζεται παιδεία, μόρφωση κι όχι νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Εξάλλου δεν είναι η συναναστροφή με άτομα από άλλες χώρες αφορμή για ανταλλαγή σχέσεων, απόψεων, κουλτούρας;

Το παραπάνω κείμενο απηχεί τις απόψεις των μαθητών του τμήματος, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα από συζητήσεις στην τάξη κι εκφράστηκαν γραπτά στο πλαίσιο της έκθεσης με θέμα :μετανάστες κι ανθρώπινα δικαιώματα. Ως αφόρμηση χρησιμοποιήθηκε υλικό και πληροφορίες από διάφορα ηλεκτρονικά και όχι μόνο έντυπα.

Ερωτηματολόγιο

το ερωτηματολόγιο διαμορφώθηκε μέσα στην τάξη από τους μαθητές
1. Σας ενοχλεί που έχουν έρθει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια πολλοί αλλοδαποί;
ΝΑΙ ΟΧΙ
Αν ναι γιατί………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
2. Ο μεγάλος αριθμός αλλοδαπών στην χώρα μας πιστεύετε ότι δυσκολεύει την ανάπτυξή της;
ΝΑΙ ΟΧΙ
Αν ναι
Γιατί……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………...
3. Πιστεύετε ότι οι αλλοδαποί εμφανίζουν πιο επιθετική συμπεριφορά σε σχέση με τους Έλληνες;
ΝΑΙ ΟΧΙ
Αν ναι γιατί………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

4. Έχετε βοηθήσει ή σας έχει βοηθήσει κάποιος αλλοδαπός σε περίοδο ανάγκης σας;

ΝΑΙ ΟΧΙ
5. Θα δεχόσασταν τη συγκατοίκηση με κάποιον αλλοδαπό(είτε σε πολυκατοικία είτε στο ίδιο δωμάτιο, πιθανόν σε κάποια φοιτητική εστία);

ΝΑΙ ΟΧΙ
6. Θα αποτρέπατε ποτέ το παιδί σας να κάνει παρέα με ένα άλλο από μια ξένη χώρα;

ΝΑΙ ΟΧΙ
Αν ναι γιατί………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
7. Σας ενοχλεί που οι μετανάστες στην Ελλάδα δεν έχουν πολιτικά δικαιώματα;
ΝΑΙ ΟΧΙ
Αν ναι γιατί………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

Σχολιασμός του ερωτηματολογίου
Το ερωτηματολόγιο που σχετίζεται με το ρατσισμό συμπλήρωσε δείγμα 84 ατόμων από την τοπική κοινωνία των Συκεών, άντρες και γυναίκες 14- 80 ετών.
Ερώτηση 1η: Περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες (53%) δεν ενοχλούνται που τα τελευταία χρόνια ήρθαν στην Ελλάδα πολλοί αλλοδαποί. Οι υπόλοιποι (47%) θεωρούν ότι δεν υπήρξαν στην χώρα μας οι κατάλληλες υποδομές για την υποδοχή και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, ώστε να αφομοιωθούν από την ελληνική κοινωνία. Θεωρούν ότι υπήρξε ανεξέλεγκτη η είσοδος τους και παράνομη τις περισσότερες φορές, με αποτέλεσμα να συντελούν στην αύξηση της εγκληματικότητας. Πιστεύουν επίσης πως εξαιτίας τους υπάρχει μείωση των θέσεων εργασίας και αύξηση της ανεργίας.
Ερώτηση 2η: Σε μεγάλο ποσοστό (73%) πιστεύουν πως ο μεγάλος αριθμός των αλλοδαπών στη χώρα μας δε δυσκολεύει την ανάπτυξή της. Οι υπόλοιποι (27%) θεωρούν ότι η οικονομική κατάσταση της δεν αντέχει, στερούν θέσεις εργασίας από τους Έλληνες και αυξάνουν την ανεργία με την ανασφάλιστη και «μαύρη» εργασία τους. Επίσης ανασταλτικό για την ανάπτυξή της θεωρείται ότι δε φορολογούνται και ότι βγάζουν το συνάλλαγμα εκτός χώρας. Τέλος το χαμηλό μορφωτικό, οικονομικό και πολιτιστικό τους επίπεδο δε βοηθά στην ανάπτυξη της.
Ερώτηση 3η: Σχετικά μοιρασμένες είναι οι απόψεις σε σχέση με αν οι αλλοδαποί εμφανίζουν πιο επιθετική συμπεριφορά από τους Έλληνες. 42% πιστεύουν πως δεν είναι πιο επιθετικοί, ενώ 48% θεωρούν ότι είναι πιο επιθετικοί λόγω οικονομιών προβλημάτων, χαμηλού επιπέδου διαβίωσης και άλλων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Επίσης θεωρούν ότι ανάμεσα στους αλλοδαπούς που βρίσκονται στη χώρα υπάρχουν αρκετά κακοποιά και εγκληματικά στοιχεία. Το γεγονός ότι αισθάνονται μη αποδεκτοί και εισπράττουν επιθετικότητα τους κάνει καχύποπτους και επιθετικούς.
Ερώτηση 4η: Οι περισσότεροι ερωτηθέντες έχουν βοηθήσει ή έχουν βοηθηθεί από αλλοδαπούς (56%) σε κάποια περίοδο της ζωής τους, ενώ 44% όχι.
Ερώτηση 5η και 6η : Μεγάλο ποσοστό (65%) δε θα είχε πρόβλημα συγκατοίκησης με αλλοδαπό ενώ το 35% δε θα δεχόταν. Ακόμα μεγαλύτερο ήταν το ποσοστό (82%) όσων δε θα αποτρέπανε το παιδί τους να κάνει παρέα με αλλοδαπό. Όσοι δε θα το επιτρέπανε (18%) θεωρούν ότι εξαιτίας της διαφορετικής νοοτροπίας δε θα το προτιμούσαν. Επίσης φοβούνται ότι θα είχε κακές επιδράσεις στο παιδί τους.
Ερώτηση 7η: Σε μεγαλύτερο ποσοστό (54%) οι ερωτηθέντες πιστεύουν πως οι αλλοδαποί πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου στην Ελλάδα, εφόσον μένουν νόμιμα και δραστηριοποιούνται εδώ. Πρέπει να έχουν λόγο για την πολιτική κατάσταση της χώρας, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και τις πιθανές λύσεις, γιατί όλα αυτά αφορούν και τους ίδιους. Πιστεύουν επίσης πως η χορήγηση δικαιωμάτων συνεπάγεται και υποχρεώσεις και ότι έτσι θα ενταχθούν πιο ομαλά στην ελληνική κοινωνία. Βέβαια αυτό πρέπει να γίνει με προϋποθέσεις. Το 46% θεωρούν πως δεν πρέπει να ψηφίζουν είτε γιατί δεν αισθάνονται την Ελλάδα πατρίδα τους, είτε γιατί είναι προσωρινοί, είτε απλά γιατί δεν είναι Έλληνες.

Τελικά συμπεράσματα
• Πολλοί Έλληνες πιστεύουν πως η Ελλάδα δεν είχε τις υποδομές για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το μεγάλο αριθμό αλλοδαπών που ήρθε. Τα πράγματα δυσχεραίνουν λόγω της οικονομικής κρίσης και της ανεργίας. Δεν θεωρούν όμως ότι οι αλλοδαποί δυσκολεύουν την ανάπτυξή της.
• Αρκετοί πιστεύουν πως αναπτύσσουν επιθετική συμπεριφορά για πολλούς λόγους. Γενικά δεν έχουν πρόβλημα με τη συναναστροφή ή τη συμβίωση με τους αλλοδαπούς.
• Οι περισσότεροι πιστεύουν πως με αυστηρές προϋποθέσεις και στο πλαίσιο της ισότητας οι αλλοδαποί πρέπει να ψηφίζουν στη χώρα που ζουν και εργάζονται.
Θεοδωρίδου Ευδοξία

με τα μάτια του μετανάστη και του Έλληνα ταυτόχρονα

Πώς αισθάνεται ένα παιδί μεταναστών;
Μα φυσικά και ως μετανάστης αλλά και ως Έλληνας!
(με τα μάτια του μετανάστη)
Η ζωή σε κάθε χώρα είναι πολύ δύσκολη, στη δική μου χώρα όμως οι άνθρωποι αισθάνονται σεβασμό μεταξύ τους, χωρίς να κοιτάζουν από πού κατάγεται ο άλλος. Στην Ελλάδα ο σεβασμός βρίσκεται μόνο ανάμεσα στους Έλληνες αλλά και αυτό όχι πάντα.
Είμαι από ενός έτους εδώ, είμαι ξένη και καμαρώνω, αλλά κάπου κάπου νιώθω και Ελληνίδα. Την υποστηρίζω και τη σέβομαι όσο μπορώ, γιατί εδώ ζω, εδώ μένω, από δω πήρα γνώσεις, προσπαθώ να ενωθώ με τους Έλληνες για να την κάνουμε καλύτερη. Πολλές φορές όμως οι άνθρωποι με αποφεύγουν επειδή έχω διαφορετική εθνικότητα.
Στο πλάι μου έχω φίλους από την Ελλάδα που με δέχονται όπως είμαι. Υπάρχουν όμως και κάποιοι που ρωτάνε για την εθνικότητά μου και όταν τους λέω πως είμαι ξένη, αντιδρούν λες και έχουν μάθει κάτι περίεργο. Συνήθως δε δίνω σημασία γιατί χαίρομαι που είμαι διαφορετική.
Μερικές φορές θέλω να φύγω από την Ελλάδα, όχι επειδή δε μου αρέσει αλλά επειδή εγώ την σέβομαι, ενώ αυτή όχι.
Πιστεύω πως κανονικά θα έπρεπε σε κάθε Έλληνα που πηγαίνει σε άλλη χώρα να του συμπεριφέρονται όπως και αυτός στους ξένους για να δει πώς είναι να μη σε σέβονται σε ξένη χώρα και να σε υποβαθμίζουν σαν άνθρωπο.
Ξέρω πως πάντα τα πράγματα θα είναι δύσκολα, αν ο καθένας συνεχίζει να κοιτάει μόνο την διαφορετικότητα του άλλου.
Όπως και να ‘χει αγαπάω όχι μόνο τη χώρα μου αλλά και τη Ελλάδα. Η κάθε χώρα, η κάθε πόλη είναι κομμάτι της γης και η γη δεν ανήκει μόνο σε μερικούς αλλά σ’ όλους τους ανθρώπους.

(με τα μάτια του Έλληνα)
Η πρόταση «δε μου ανήκει» δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο κανενός ανθρώπου;
Επειδή είμαι Ελληνίδα δε σημαίνει πως έχω το δικαίωμα να επιλέγω τους ανθρώπους που θα έρχονται στη χώρα που γεννήθηκα, γιατί πολύ απλά «δε μου ανήκει».
Έχω όμως το δικαίωμα να αγαπάω τη χώρα μου για όσα μου προσφέρει, γιατί έχει κάποια ιστορία, ένα παρελθόν κι ένα μέλλον. Την αγαπάω για τους δικούς μου λόγους, αλλά δεν έχω το δικαίωμα να αρνούμαι στους ξένους να έρχονται στη χώρα που είμαι γιατί «δε μου ανήκει».
Μερικές φορές η χώρα όπου κατοικώ με φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση!
Συχνά ακούω στο δρόμο κάποια ρατσιστικά σχόλια για τους ξένους φίλους μου και στενοχωριέμαι, γιατί δε σέβονται αυτούς τους ανθρώπους, τους μιλούν άσχημα και προσβλητικά, τους υποτιμάνε. Αυτή η συμπεριφορά δεν δείχνει μόνο τους άσχημους τρόπους των ανθρώπων αλλά και τον πολιτισμό τους.
Κανένας Έλληνας δε σκέφτηκε πως αν δεν υπήρχαν οι αλλοδαποί και οι λαθρομετανάστες η χώρα μας θα είχε μείνει πολύ πίσω. Οι ξένοι (Βούλγαροι, Ρώσοι, Αλβανοί, Ρουμάνοι και όποιοι άλλοι) με τη δουλειά και την προσφορά τους στην ελληνική οικονομία την βοηθούν με πολλούς τρόπους. Εργάζονται και συνεισφέρουν. Αναγνωρίζονται όμως τελικά η εργασία τους, οι ικανότητες κι οι γνώσεις τους; Συνήθως κάνουν τις πιο βαριές και υποτιμητικές δουλειές ενώ οι γυναίκες τους αντίστοιχα συνήθως καθαρίζουν σπίτια.
Όπως και να ΄χει Ελλάδα σ’ αγαπώ αλλά με πληγώνεις!

Ρίτα Μακαριάν

Άτομα με ειδικές ανάγκες

Μια ιδιαίτερα ευαίσθητη κοινωνική ομάδα που είναι παραμελημένη τόσο από την πολιτεία όσο και από τους πολίτες είναι αυτή των ατόμων με ειδικές ανάγκες.
Άτομα με ειδικές ανάγκες θεωρούνται όσοι έχουν μόνιμες ή προσωρινές βλάβες, ανικανότητες, αδυναμίες, αναπηρίες ή συνδυασμό των παραπάνω, και προέρχονται από φυσική, ψυχική ή νοητική ανεπάρκεια.
Τα άτομα αυτά αρχικά πρέπει να συμφιλιωθούν με την ιδιαιτερότητά τους. Αυτό γίνεται με ψυχολογική υποστήριξη, εμψύχωση από το περιβάλλον τους (οικογενειακό και κοινωνικό) αλλά και από εξειδικευμένους θεραπευτές, ανάλογα με το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν.
Η ανεξαρτησία είναι πολύ σημαντική για αυτό το λόγο οι θεραπευτές προσπαθούν σε πρώτη φάση να βγάλουν αυτούς τους ανθρώπους έξω από το σπίτι και ύστερα να τους κεντρίσουν το ενδιαφέρον με πράγματα και δράσεις με τα οποία θα μπορούσαν να ασχοληθούν. Η πολιτεία βέβαια φέρει μεγάλες ευθύνες και πρέπει να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε αυτά τα άτομα να μπορούν να είναι απόλυτα ενταγμένα στην κοινωνία, να μην αισθάνονται κατώτερα, να μπορούν να εργάζονται, όταν αυτό είναι δυνατό και να απολαμβάνουν τη ζωή όπως κι οι υπόλοιποι άνθρωποι.
Οι άνθρωποι με κινητικά προβλήματα, για παράδειγμα, αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες στις μετακινήσεις τους αφού δεν υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές ούτε στους δρόμους, ούτε στα μέσα μεταφοράς, ούτε στις δημόσιες υπηρεσίες, ούτε στα σχολεία. Τα άτομα αυτά αισθάνονται ανεπαρκή και βιώνουν αρνητικά συναισθήματα αφού πολλές φορές, ακόμα κι αν προσπαθούν, δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν όχι λόγω της αναπηρίας τους αλλά λόγω της έλλειψης υποδομών και προϋποθέσεων. Από την άλλη πλευρά αισθάνονται ακόμα πιο άσχημα όταν αντί της ίσης μεταχείρισης που δικαιούνται εισπράττουν το λοξό βλέμμα, το υποτιμητικό χαμόγελο, την ολοκληρωτική αδιαφορία.
Είναι το λιγότερο ντροπή να υποτίθεται ότι ζούμε σε μια πολιτισμένη κοινωνία και κράτος και πολίτες να συμπεριφερόμαστε μ’ αυτόν τον τρόπο. Οι άνθρωποι με ιδιαιτερότητες είναι σαν όλους τους υπόλοιπους και δεν έχουν ανάγκη τον οίκτο αλλά την ίση μεταχείριση.

Καρυπίδου Εριέτα
Κίτσου Γιαννούλα
Λιόλου Ηρώ
Λιόλου Δώρα

Ρατσισμός και γυναίκες

Η πραγματική ισότητα ανάμεσα στα δυο φύλα επιβάλλεται μέσα από τη νομοθεσία;
Μήπως μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες;
Ίσως διαμορφώνεται μέσα από την πνευματική καλλιέργεια;
Περνά τελικά από το δρόμο που χαράζει η παιδεία και η κατάλληλη διαπαιδαγώγηση;
Πόσα βήματα έχει κάνει η ανθρωπότητα σ’ αυτόν τον τομέα;
Έχουμε κατακτήσει τον απόλυτο σεβασμό και την κατανόηση της φυσικής και συναισθηματικής ιδιαιτερότητας των δύο φύλων;
Η πραγματικότητα μάλλον δείχνει ότι ενώ έχουν γίνει πολλά βήματα, απέχουμε πολύ από την επίτευξη της πλήρους ισότητας μεταξύ των δύο φύλων.
Για να δούμε είναι έτσι τα πράγματα ή είμαστε υπερβολικές «πάλι» οι γυναίκες;
Η νομοθεσία έχει ασφαλώς ενισχύσει τη χειραφέτηση των γυναικών. Παρατηρούμε επίσης ίσες αμοιβές για τις ίδιες υπηρεσίες σε άνδρες και γυναίκες τα τελευταία χρόνια. Παρατηρούμε την είσοδο, για να μην πούμε την εισβολή των γυναικών στην αγορά εργασίας και τα δημόσια αξιώματα.
Τι συμβαίνει όμως με τις ανώτερες θέσεις εργασίας, με τη συμμετοχή των γυναικών σε κέντρα αποφάσεων, σε ανώτερες διοικητικές θέσεις, στην πολιτική ζωή;
Είναι αλήθεια ότι έχει κατακτήσει η γυναίκα πολλά δικαιώματα αλλά πόσο μακριά είμαστε από την νοοτροπία που θέλει τη γυναίκα στην κουζίνα και στο νοικοκυριό;
Τα ποσοστά δείχνουν ότι είμαστε πολύ κοντά ακόμα σ’ αυτήν την νοοτροπία!
Είδαμε γυναίκες αστροναύτες , πρωθυπουργούς, προέδρους πολυεθνικών εταιρειών, πιλότους μαχητικών αεροσκαφών. Δεν είδαμε όμως να έχει παγιωθεί στις συνειδήσεις αντρών και γυναικών ότι είμαστε και τα δύο φύλα ανθρώπινα όντα με πνευματική υπόσταση με διαφορές απλά φυσικές και συναισθηματικές.
Για ποια ισότητα μιλάμε όταν η Ορθόδοξη εκκλησία, απ’ ότι ξέρουμε, απαγορεύει στις γυναίκες όχι μόνο την ιεροσύνη αλλά να εισέλθουν ακόμη και στο ιερό, σαν να είναι μολυσμένα όντα; Η χειροτονία των γυναικών ούτε καν συζητείται. Από καμιά εκκλησιαστική ηγεσία ούτε βέβαια πολιτική! Δεν απαγορεύεται στις γυναίκες, στο μισό δηλαδή πληθυσμό, η είσοδος στο Άγιο Όρος;
Κανείς δε διανοήθηκε ακόμα και σήμερα λοιπόν να αμφισβητήσει απαραβίαστα δικαιώματα ανδρών!
Πρέπει να εμπεδωθεί στη συνείδηση αντρών και γυναικών πως είμαστε πλάσματα που μπορούμε μέσα από τον αλληλοσεβασμό και την κατανόηση να συνυπάρξουμε ισότιμα για το όφελος και των δύο φύλων.

Στέλλα Λουκά

Είμαστε διαφορετικοί είμαστε ίσοι

Ρατσισμός: ένα από τα πολλά συμπτώματα της σύγχρονης κοινωνίας!
Έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα: μια ομάδα (κοινωνική, φυλετική, θρησκευτική ή άλλη) θεωρείται ανώτερη και αντιμετωπίζει τις άλλες ως υποδεέστερες.
Ένα από τα πιο βασικά ανθρώπινα δικαιώματα που θεσπίζονται από το Σύνταγμα είναι η ισότητα. Κανένας άνθρωπος επομένως δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται διαφορετικά είτε από εμάς είτε από την πολιτεία λόγω της καταγωγής του, του χρώματος του ή οποιουδήποτε άλλου χαρακτηριστικού ή ιδιαιτερότητάς του.
Το ότι διαφέρουμε στο χρώμα δέρματος, στην εθνικότητα, το φύλο, τις αντιλήψεις ή οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό σημαίνει πως παύουμε να είμαστε ίσοι;
Εξάλλου, αυτή η διαφορετικότητα δεν κάνει τον καθένα μας ξεχωριστό άνθρωπο και προσωπικότητα;
Η επαφή και η γνωριμία με άλλους λαούς και πολιτισμούς, με ανθρώπους με διαφορετικά χαρακτηριστικά, ιδέες, απόψεις, δε μας βοηθάει να γνωρίσουμε διαφορετικές αντιλήψεις και παραδόσεις διευρύνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο και τον δικό μας τρόπο σκέψης;

Καραγιάννης Αναστάσης
Καρυπίδου Εριέτα